προφατας

προφατας
    προφάτας
    προφάτᾰς
    -ου (φᾱ) ὅ дор. Pind. = προφήτης См. προφητης

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "προφατας" в других словарях:

  • προφάτας — ὁ, Α βλ. προφήτης …   Dictionary of Greek

  • προφάτας — προφά̱τᾱς , προφήτης one who speaks for a god and interprets his will masc acc pl (doric) προφά̱τᾱς , προφήτης one who speaks for a god and interprets his will masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προφήτης — Όρος που σημαίνει κυρίως αυτός που μιλά εξ ονόματος ενός θεού και ερμηνεύει τη θέλησή του στους ανθρώπους. Τη μεγαλύτερη σημασία απέκτησαν οι π. στην ιστορία του Ισραήλ: ήδη ο Αβραάμ ονομάζεται π. και για τον Μωυσή λέγεται ότι δεν εμφανίστηκε… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»